Ο ύπνος είναι απαραίτητος και ζωτικής σημασίας τόσο για τους ενήλικες, όσο και για τα παιδιά. Ο παιδικός εγκέφαλος αναζωογονείται κατά τη διάρκεια του ύπνου και επεξεργάζεται τις πληροφορίες που δέχθηκε κατά τη διάρκεια της μέρας. Οι ανάγκες για ύπνο είναι πολύωρες κατά τη βρεφική ηλικία και μειώνονται σταδιακά, φτάνοντας να καλύπτουν περίπου το 40% της ημέρας του εφήβου. Όταν το παιδί δεν μπορεί να κοιμηθεί καλά το βράδυ, θα υπάρξουν συνέπειες στην καθημερινότητά του.
Σε περιόδους αναπτυξιακής μετάβασης και ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης όπου αποτελούν ορόσημα και μεταβατικά στάδια (π.χ απογαλακτισμός, μετάβαση του παιδιού στο δωμάτιο του, βάδισμα, αλλαγή οδοντοστοιχίας, εκμάθηση τουαλέτας, μετάβαση στο σχολικό πλαίσιο κ.α) είναι αναμενόμενες κάποιες δυσκολίες και στον ύπνο.
Επιπλέον, ειδικές συνθήκες μπορούν να δυσκολέψουν τον ύπνο τόσο των παιδιών, όσο και των ενηλίκων κι έτσι πρέπει να τις λαμβάνουμε υπόψιν προτού προβούμε σε κάποια διάγνωση.
Τα παιδιά τις περισσότερες φορές δυσκολεύονται να μιλήσουν για τους φόβους και την αναστάτωσή τους όμως μπορούν να αντιληφθούν την ψυχική πίεση που βιώνουν οι γονείς/ φροντιστές τους. Έτσι οι αλλαγές, το διάχυτο άγχος και όλες οι ψυχικές πιέσεις αυτής της περιόδου, μπορούν να εκδηλωθούν από τα παιδιά με διάφορους τρόπους. Ένας από αυτούς θα μπορούσε να επηρεάζει και τον ύπνο. Οι ενήλικες που αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντικό να αναγνωρίσουν τα συναισθήματα των παιδιών τους και να τα στηρίξουν. Παράλληλα όμως εξίσου αναγκαίο είναι να στηρίξουν και να φροντίσουν και τον εαυτό τους.
Κομβικής σημασίας είναι να δημιουργηθεί και να διατηρηθεί ένα πρόγραμμα, έστω και καινούργιο λόγω των νέων συνθηκών οι οποίες θα έχουν επεξηγηθεί στα παιδιά. Τέλος, προτού αντιμετωπίσουμε την διαταραχή ύπνου υπό το ψυχολογικό πρίσμα θα πρέπει να έχει αποκλεισθεί η οργανικότητα (οργανική- νευρολογική αιτία) και η επίδραση φαρμάκων ή ουσιών.
Προκειμένου να μιλήσουμε για διαταραχή του ύπνου θα πρέπει να σημειώνονται περιστατικά δυσκολιών περίπου 3 φορές την εβδομάδα για 3 μήνες τουλάχιστον. Σύμφωνα με έρευνες, η διαταραχή ύπνου επηρεάζει συνήθως το 25- 50% των παιδιών ηλικίας 6 μηνών- 3 ετών. Το ποσοστό για παιδιά με νευροαναπτυξιακές διαταραχές ανέρχεται στο 63- 73%. Συνολικά ποσοστό 25% των παιδιών εμφανίζει κάποια μορφή διαταραχής ύπνου σε κάποια στιγμή της ζωής τους.
Οι πιο συχνές μορφές διαταραχής ύπνου (υπό την προϋπόθεση της προαναφερθείσας συχνότητας) είναι:
- η αϋπνία
- η αντίσταση του παιδιού να ακολουθήσει την ώρα του ύπνου
- η δυσκολία του παιδιού να ακολουθήσει το πρόγραμμα ύπνου
- οι εφιάλτες (το παιδί κοιμάται αλλά όταν ξυπνήσει μπορεί να διηγηθεί με ευκρίνεια το όνειρο)
- η υπνοβασία (το παιδί δεν μπορεί να ανακαλέσει στη μνήμη του το περιστατικό την επόμενη μέρα)
- ο νυχτερινός τρόμος (το παιδί ενώ κοιμάται μπορεί να καθίσει στο κρεβάτι κλαίγοντας τρομαγμένο. Όπως και στην υπνοβασία την επόμενη μέρα δεν μπορεί να το ανακαλέσει στη μνήμη του)
- το παραμιλητό
- ο φόβος για το σκοτάδι.
Παράλληλα με τις παραπάνω εκδηλώσεις δυσκολιών ύπνου το παιδί μπορεί να εμφανίσει και διάφορες άλλες συνακόλουθες συμπεριφορές όπως νυχτερινή ενούρηση, τρίξιμο δοντιών (βρουξισμός), φοβίες κ.ά.