Kυκλοφόρησε ο "Φεβρουάριος" του Θοδωρή Γεωργακόπουλου!

Ο συγγραφέας μιλά για το πολύ πετυχημένο πείραμα "δημόσιας συγγραφής" και το βιβλίο που προέκυψε από αυτό

ΓΡΑΦΕΙ: ΕΛΕΝΑ ΠΑΚΟΥ


Ο συγγραφέας μιλά για το πολύ πετυχημένο πείραμα "δημόσιας συγγραφής" και το βιβλίο που προέκυψε από αυτό


Τον Φεβρουάριο 2012 ο δημοσιογράφος Θοδωρής Γεωργακόπουλος ξεκίνησε και ολοκλήρωσε ένα πείραμα, όπως το χαρακτηρίζει, δημόσιας συγγραφής: Καθημερινά, ακόμα και τις πρώτες πρωινές ώρες, ανέβαζε ένα κεφάλαιο στο www.februarios.com, ενώ οι αναγνώστες, που έφτασαν τις 15.000, το διάβαζαν και το σχολίαζαν. Από τις αρχές Ιουλίου 2012, το βιβλίο κυκλοφορεί σε χάρτινη και ηλεκτρονική μορφή από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Η Άννα Σταυροπούλου, μίλησε με τον συγγραφέα και μας μεταφέρει όλα όσα έμαθε για τον "Φεβρουάριο":

«Τον Φεβρουάριο του 2011 ένας νέος άνδρας χάνει τη γυναίκα του σε τροχαίο ατύχημα. Ένα χρόνο αργότερα αποφασίζει να γράψει ένα βιβλίο για την απώλειά της, αλλά και για την απώλεια της δουλειάς του, του μέλλοντός του, της ταυτότητάς του, για την απώλεια κάθε ελέγχου στη ζωή του, για τις απότομες και μεγάλες απώλειες μιας χώρας ολόκληρης. Έχει, βεβαίως, τους δικούς του, προσωπικούς λόγους που γράφει. Όπως έχει και μυστικά να αποκαλύψει, από εκείνα που μόνο σ’ ένα μήνα σαν αυτόν, τον Φεβρουάριο του εξαγνισμού, μπορούν να φανερωθούν».

Ποια ανάγκη σου ικανοποιεί και εκφράζει το «πείραμα του Φεβρουάριου», το οποίο, όπως ο ίδιος λες, ήταν απολαυστικό μεν, εξαντλητικό δε;
Ήθελα να γράψω αυτό το βιβλίο, αλλά η συγγραφή είναι δύσκολο πράγμα, ειδικά όταν δεν έχεις πολύ χρόνο να αφιερώσεις αποκλειστικά σ’ αυτή, χωρίς παρεμβολές και παρεκκλίσεις. Χρειαζόμουν έναν τρόπο να επιβάλλω την αυτοπειθαρχία στον εαυτό μου και να γράψω ένα πρώτο draft του κειμένου σε μικρό χρονικό διάστημα. Ταυτόχρονα, σκεφτόμουν διάφορους τρόπους να κάνω την όλη διαδικασία εξωστρεφή, να συμμετάσχουν με κάποιον τρόπο οι άνθρωποι που παρακολουθούν τη δουλειά μου στο ίντερνετ και με διαβάζουν. Σιγά σιγά, καθώς το σκεφτόμουν, η ανάγκη ταίριαξε με τη μορφή που θα έπαιρνε το βιβλίο –ο πρωταγωνιστής θα έγραφε κι αυτός ένα κεφάλαιο την ημέρα, σε πραγματικό χρόνο, το Φεβρουάριο του 2012-, και η απόφαση έγινε εύκολη. Έφτιαξα το site μέσα σε μία εβδομάδα, και την 1η Φεβρουαρίου άρχισα να γράφω.

Πολλοί αναγνώστες ταύτισαν τον ήρωα του μυθιστορήματος με εσένα, θεωρώντας το αυτοβιογραφικό. Γιατί νομίζεις ότι συνέβη αυτό;
Πρώτον, επειδή δεν διάβαζαν το μαύρο κομμάτι στο κάτω μέρος της σελίδας του februarios.com, όπου εξηγούσα τα πάντα σχετικά με το βιβλίο. Επίσης, μάλλον επειδή είδαν το κείμενο γραμμένο με τη μορφή blog και στο πρώτο πρόσωπο. Κάποιοι νόμισαν πως ο πρωταγωνιστής ήταν πραγματικός άνθρωπος, και του έγραφαν emails νομίζοντας πως όσα γράφει έχουν συμβεί πραγματικά. Έλαβα μερικά πολύ συγκινητικά τέτοια emails ανθρώπων που επικοινωνούσαν πολύ προσωπικά τους βιώματα. Βεβαίως, από ένα σημείο και μετά, καθώς οι ημέρες περνούσαν και το πείραμα γινόταν λίγο πιο γνωστό, οι περισσότεροι από τους νέους αναγνώστες που άρχιζαν να το διαβάζουν ήξεραν περί τίνος πρόκειται, κι αυτά τα φαινόμενα μειώθηκαν.

Η γραπτή/ηλεκτρονική επικοινωνία μπορεί να αντικαταστήσει την προφορική, κατά την προσωπική σου άποψη;
Ασφαλώς όχι. Η προφορική επικοινωνία προσφέρει μια αμεσότητα και μια ταχύτητα που σε πολλές περιπτώσεις είναι απαραίτητες για να συνεννοούμαστε. Αυτό που πιστεύω, και νομίζω ο πρωταγωνιστής του «Φεβρουαρίου» συμφωνεί, είναι πως όταν έχουμε τη δυνατότητα να επικοινωνούμε γραπτά, όταν δηλαδή ο χρόνος δεν μας πιέζει πάρα πολύ, είναι καλύτερο να το κάνουμε έτσι. Ο γραπτός λόγος επιτρέπει περισσότερη περίσκεψη, περισσότερη προσοχή και καλύτερη έκφραση. Είναι μια πιο ώριμη και ψύχραιμη μορφή λόγου. Βεβαίως του λείπουν και τα υπόλοιπα εκφραστικά μέσα που πλαισιώνουν τον προφορικό λόγο και τον κάνουν πλούσιο και συναρπαστικό (το ύφος, η γλώσσα του σώματος, η χροιά της φωνής), αλλά αυτό από μια άποψη είναι καλό. Ο γραπτός λόγος είναι πιο αυθεντική, ψύχραιμη έκφραση αυτού που έχουμε στο μυαλό μας. Η τεχνολογία που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας κάνει τη γραπτή επικοινωνία πιο εύκολη από ποτέ, κι αυτό το βρίσκω θαυμάσιο.

Αν και ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε το όλο πείραμα ηλεκτρονικά, γιατί δεν έμεινες σε αυτό, παρά κρίθηκε απαραίτητη και η έκδοσή του στην παραδοσιακή έντυπη μορφή;
Προέκυψε στην πορεία. Το αρχικό σχέδιο ήταν να τελειώσω online το πρώτο draft, να επιμεληθώ το κείμενο για μερικούς μήνες, και στη συνέχεια να το διαθέτω ως e-book στους αναγνώστες από το site μου. Περίπου στα μέσα του Φεβρουαρίου, όμως, όταν το πείραμα είχε αρχίσει να συζητιέται, επικοινώνησαν μαζί μου οι άνθρωποι του Καστανιώτη και έδειξαν ενδιαφέρον να το εκδώσουν και σε χάρτινη μορφή. Το ότι λατρεύω οτιδήποτε ψηφιακό δεν σημαίνει ότι δεν μου αρέσουν τα χάρτινα βιβλία, ίσα ίσα. Τα αγαπώ. Μου αρέσει να τα ξεφυλλίζω και να τα κοιτάζω στη βιβλιοθήκη μου και να τα μυρίζω. Εξάλλου, ένας συγγραφέας θέλει τη δουλειά του να είναι διαθέσιμη σε οποιαδήποτε μορφή μπορούν να τη διαβάσουν οι αναγνώστες. Έτσι το βιβλίο τώρα κυκλοφορεί και χάρτινο και σε ψηφιακή μορφή (http://itunes.apple.com/gr/book/phebrouarios/id538041555?mt=11)

Στο βιβλίο μιλάς για την ανάγκη, ο καθένας μας να γράψει το μανιφέστο του. Ποιες είναι οι βασικές αρχές του δικού σου μανιφέστου;
Ο πρωταγωνιστής συστήνει σε όλους να κάτσουν και να γράψουν το «μανιφέστο» τους, τις βασικές αρχές στις οποίες πιστεύουν, δηλαδή, το πώς θα ήθελαν να είναι ο κόσμος. Υποτίθεται ότι είναι μια διαδικασία πολύ καθαρτική και διδακτική, και βοηθάει όποιον την ακολουθεί να βάλει σε μια σειρά τα περιεχόμενα του μυαλού του, να τα καταγράψει, και πιθανότατα να τα αναθεωρήσει κιόλας. Ομολογώ ότι εγώ δεν το έχω κάνει, ή τουλάχιστον δεν το έχω κάνει με αυτό τον τρόπο. Αλλά προσπαθώ να περνάω τέτοιες σκέψεις και τέτοιες ιδέες μέσα σε διάφορα γραπτά μου, κι αυτό νομίζω έχει παρόμοιο αποτέλεσμα. Καταλαβαίνω καλύτερα το τι συμβαίνει στο μυαλό μου όταν βλέπω τα περιεχόμενά του γραπτά σε ένα χαρτί ή σε μια οθόνη.

Δέχεσαι ότι «ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος που είναι δυνατόν να υπάρξει», όπως αναφέρεται στο βιβλίο σου; Και σχετικά με τον μικρόκοσμό μας της Ελλάδας, για ποιους λόγους θα ήθελες να συνεχίσεις να ζεις σε αυτόν και για ποιους όχι;
Την ιδέα ότι «ο κόσμος μας είναι ο καλύτερος που θα μπορούσε να υπάρξει», που αναφέρεται σε πολλά σημεία του βιβλίου, τη διατύπωσε ο Γερμανός μαθηματικός και φιλόσοφος Γκότφριντ Λάιμπνιτς, προσπαθώντας να λύσει ένα λογικό πρόβλημα που πολύ ταλαιπωρούσε τους ανθρώπους του 17ου αιώνα: Πώς γίνεται να υπάρχει τόσος πόνος και τόση δυστυχία στον κόσμο, όταν ο Θεός υποτίθεται ότι είναι αγαθός και πανίσχυρος; Ο Λάιμπνιτς είπε: Δε γίνεται να υπάρξει καλύτερος κόσμος. Αφού ο Θεός είναι πανίσχυρος, αυτός εδώ είναι ο καλύτερος κόσμος. Ήταν μια ιδέα πολύ ρηξικέλευθη.
Βεβαίως, η ιδέα αυτή μπάζει αν κάποιος αμφισβητήσει το ότι ο Θεός είναι αγαθός και πανίσχυρος, ή ότι υπάρχει. Αυτό που μάθαμε τους αιώνες που μεσολάβησαν –όχι όλοι, όχι ακόμα- είναι ότι τον κόσμο αυτού εδώ του πλανήτη τον διαμορφώνει η συνισταμένη 7 δισεκατομμυρίων μυαλών και μαζί της η τύχη. Οπότε ασφαλώς και μπορεί ο κόσμος να γίνει καλύτερος, πολύ καλύτερος. Υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης σχεδόν σε όλους τους τομείς. Το ότι ο καθένας μας ξεχωριστά έχει ελάχιστη επιρροή σ’ αυτή τη βελτίωση μπορεί να μας κάνει να πιστέψουμε προς στιγμήν ότι περιθώρια δεν υπάρχουν –αλλά υπάρχουν. Απλά πρέπει να προσπαθήσουμε πολλοί από εμάς μαζί, και πάρα πολύ σκληρά. Αυτό είναι δύσκολο και σπάνιο.
Όσο προς το μικρόκοσμο της Ελλάδας, αυτός είναι που μας έλαχε, και σίγουρα δεν είναι ο καλύτερος που θα μπορούσε να υπάρξει. Θα ήθελα να μείνω και να προσπαθήσω πολύ μαζί με άλλους για να γίνει καλύτερος, αλλά δεν ξέρω αν είμαστε αρκετοί, κι αν η προσπάθεια τελικά θα έχει νόημα.

Info:
http://www.februarios.com/
http://www.georgakopoulos.org/
http://itunes.apple.com/gr/book/phebrouarios/id538041555?mt=11
http://www.kastaniotis.com/book/978-960-03-5446-1