Editorial | Στα χρόνια του κορονοϊού - Γιατί η επιστροφή στην κανονικότητα δεν ήταν τελικά ένα τόσο εύκολο πρότζεκτ

Τα τρία στάδια της – όχι και τόσο απλής – αναπροσαρμογής στην πραγματικότητα μιας φοβισμένης 27άρας.

ΓΡΑΦΕΙ: ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΗΛΙΑΔΗ

Κατά τη διάρκεια της καραντίνας και όλης της κατάστασης με τον κορονοϊό σκεφτόμουν μόνο ένα πράγμα. "Θέλω τη ζωή μου πίσω" έλεγα και ξαναέλεγα, μην μπορώντας να πραγματοποιήσω τα πράγματα που συνήθιζα να κάνω με ευχαρίστηση. Να απολαμβάνω τα καθιερωμένα μπάρμπεκιου στη βεράντα του σπιτιού με καλεσμένους 10+ άτομα, να πηγαίνω στη γιαγιά μου για το all time classic μεσημεριανό που από καθημερινή συνήθεια των παιδικών μου χρόνων, λόγω δουλειάς και ενηλικίωσης έγινε πολυτέλεια του σαββατοκύριακου, να μπορώ να πάω να δω μία ταινία σε κλειστό κινηματογράφο, να μπορώ να ταξιδέψω, να μπορώ να αγκαλιάζω τους αγαπημένους μου.

Όλα τα παραπάνω, με την εμφάνιση του κορονοϊού στις ζωές μας, ήταν σαν να είχαν πάνω τους έναν συναγερμό, που αν ξεπερνούσες τα όρια αυτών, εκείνος θα άρχιζε να χτυπά μανιασμένος ασταμάτητα, σαν το χαλασμένο σύστημα των γειτόνων που ουρλιάζει κάθε τρεις και λίγο για να χαλάει την ηρεμία της περιοχής.

Και ενώ το μόνο που σκεφτόμουν όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν να εμβολιαστώ όσο πιο σύντομα γινόταν για να επιστρέψω σε αυτή την κανονικότητα που με φόβο συνειδητοποιούσα πως μπορεί πότε να μην επανακτούσα, δεν μου είχε περάσει από το μυαλό πως ίσως τελικά να μην είμαι έτοιμη για την αλλαγή αυτή.

Επιστροφή στην κανονικότητα – Η περίοδος του φόβου

Και αφού συνήθισα και κυρίως εκπαιδεύτηκα σε μία νέα πραγματικότητα, η οποία περιελάμβανε μάσκες σε όλους τους χώρους, εσωτερικούς και εξωτερικούς, λίτρα από αντισηπτικά που υπήρχαν σε κάθε σημείο – στο αυτοκίνητο, στην τσάντα, στο σπίτι, στο γραφείο-, δουλειά από το σπίτι, παραγγελίες από το supermarket, μοναχικά σαββατοκύριακα με delivery και περιορισμένο αριθμό φίλων, η επιστροφή στην προτεραία κατάσταση μού έμοιαζε σαν τη στιγμή που ξαφνικά θα έχανα την φαινομενική ασφάλεια που είχα χτίσει γύρω μου.

Περιέργως, η επιστροφή στη δουλειά ήταν μία πιο εύκολη υπόθεση καθώς το work from home δεν μου πήγε ποτέ. Η επικοινωνία με άλλους ανθρώπους είναι για μένα ζωτικής σημασίας, ακόμα κι αν η κουβέντα που θα ανταλλάξεις με τον άλλο έχει να κάνει απλά με τον καιρό, με ένα καινούριο μαγαζί που άνοιξε, για το φόρεμα που πήρα από τα Mango, για την επικαιρότητα ακόμα και για τον ίδιο τον κορονοϊό. "Ωχυρωμένη" στο γραφείο μου και εξοπλισμένη με τα απολύτως απαραίτητα, ένιωθα πως ο χώρος μου ήταν αρκετά προστατευμένος.

Αντιθέτως, η ανησυχία ξεκίνησε όταν χρειάστηκε να ανοίξει ξανά ο κοινωνικός μας κύκλος, που βίαια είχε κλείσει, με σκοπό την πρόληψη και την αποφυγή της πιθανής νόσησης. Ο σύντροφός μου, πιο ανυπόμονος από εμένα, επέμενε πως αφού ήμασταν εμβολιασμένοι, όπως και οι φίλοι που είχαμε να δούμε από κοντά τουλάχιστον έναν χρόνο – όπως και η κοντινή μας οικογένεια- θα ήταν μία καλή ευκαιρία να συναντηθούμε μαζί τους για να συνδεθούμε ξανά. Μία πρόσκληση στο σπίτι μας με έκανε να αγχωθώ, νιώθοντας πως θα ήταν σα να μου παραβιάζουν τον προσωπικό μου χώρο, τον οποίο με κόπο είχα χτίσει ώστε να νιώθω ασφαλής. Σκέψεις, νούμερα κρουσμάτων και αριθμός καλεσμένων γυρνούσαν στο μυαλό μου, σαν ένα δύσκολο πρόβλημα μαθηματικών που εκείνη τη στιγμή, μάταια δεν μπορούσα να λύσω.

Επιστροφή στην κανονικότητα – Η επιφοίτηση

Δύο ολόκληρες εβδομάδες ανεβοκατέβαζα καταστάσεις, άτομα, πιθανότητες μέχρι τη στιγμή που η επιφοίτηση με χτύπησε – γεγονός που σίγουρα οφείλεται στα αρκετά χρόνια ψυχοθεραπείας. "Δεν μπορείς να ζεις έτσι" ήταν η φωνή στο κεφάλι μου, που ίσως είχε και τη χροιά της ψυχοθεραπεύτριάς μου, ή έτσι τουλάχιστον τώρα θέλω να τη θυμάμαι. Και τότε ήταν που συνειδητοποίησα πως ό,τι περνάει από το χέρι μου για να προστατευτώ εγώ και η οικογένειά μου και οι φίλοι μου το έκανα και συνεχίζω να το κάνω. Δεν θα μπορούσα να ζω με τον συνεχή φόβο για τον κορονοϊό, ούτε για τους άλλους ανθρώπους γιατί η ζωή περνάει και ήδη δύο χρόνια ασχολούμαστε με την πανδημία. Πόσα ακόμα θα ξόδευα μακριά από τους αγαπημένους μου; Είμαστε όντα φύσει κοινωνικά, όπως σοφά έγραφε ο Αριστοτέλης στα "Πολιτικά" που διαβάζαμε με τις ώρες στην Γ’ Λυκείου για τις εξετάσεις των Πανελληνίων, πράγμα που μου επιβεβαιώθηκε και με το παραπάνω την περίοδο της καραντίνας. Θα ήταν, λοιπόν, ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα- καθησύχασα τον εαυτό μου- που θα καθόμασταν στη βεράντα και θα τρώγαμε, συζητώντας για τα νέα μας. Και αυτό έγινε. Πόσο μου είχαν λείψει τα γέλια, οι παλιές ιστορίες και οι νέες, τα πειράγματα, εκείνη η παλιά ζωή.

Επιστροφή στην κανονικότητα – Εν εξελίξει

Και μπορεί ακόμα η ζωή να μην έχει επιστρέψει 100% σε αυτό που γνωρίζαμε πριν από περίπου 2 χρόνια που μπήκε στη ζωή μας ο κορονοϊός, όμως η ελπίδα πως βρισκόμαστε κοντά δεν θα σταματήσει να τριγυρνάει το μυαλό μου. Χωρίς, φυσικά, να σταματήσω να προσέχω, είτε να ξεχνώ αυτά που ζήσαμε ή να ακολουθώ το ritual της COVID-19 εποχής, υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως δεν θα πάψω να ζω. Δεν θα πάψω να αισθάνομαι και να απολαμβάνω την κάθε στιγμή. Δεν θα σταματήσω να ελπίζω και να ονειρεύομαι, όπως δεν σταματά και η ζωή που εξακολουθεί να πηγαίνει μπροστά, χωρίς παύσεις και rewind. Αυτή είναι η σημερινή πραγματικότητα, με αυτή πορευόμαστε και προσπαθούμε να την κάνουμε όσο καλύτερη γίνεται, δεδομένων των συνθηκών. Δεν είναι ωραίο συναίσθημα ο φόβος και καλύτερα να μην τον προσκαλέσουμε ποτέ στο σπίτι μας. Με αυτή τη λογική, λοιπόν, προτίμησα να καλέσω τους φίλους μου στη βεράντα μου, παίρνοντας επιτέλους απόφαση πως δεν μπορώ να ελέγχω συνέχεια τις καταστάσεις – τουλάχιστον στο σημείο που δεν είναι εφικτό – και προσπαθώντας να γευτώ λίγη από τη ζωή που άφησα πίσω πριν από περίπου 2 χρόνια, την οποία βρίσκομαι σε καλό δρόμο να διεκδικήσω πίσω.