Βασικά δεδομένα για τον καρκίνο του εντέρου – που μας αφορούν όλους

Σε τι οφείλεται o καρκίνος του εντέρου, τα πιθανά συμπτώματα, οι απαραίτητες εξετάσεις και οι θεραπευτικές επιλογές.

ΓΡΑΦΕΙ: MissBloom TEAM

Συνεργάστηκε ο Δημήτρης Τζιλβές, Γαστρεντερολόγος, Διευθυντής Γαστρεντερολογικού Τμήματος Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης "Θεαγένειο"

Σε παγκόσμιο επίπεδο ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο τρίτος σε συχνότητα στους άνδρες (μετά τον καρκίνο του προστάτη και του πνεύμονα) και ο δεύτερος στις γυναίκες (μετά τον καρκίνο του μαστού). Πρόκειται για μιας μορφής κακοήθεια που εμφανίζεται συχνότερα στους άντρες σε σύγκριση με τις γυναίκες. Τα ποσοστά είναι υψηλότερα στο Δυτικό κόσμο σε σχέση με τις χώρες της Ασίας και της Αφρικής και αυτό φαίνεται να σχετίζεται με τις διαφορετικές διαιτητικές συνήθειες και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Στις περισσότερες περιπτώσεις η εμφάνιση είναι τυχαία, δηλαδή δεν υπάρχει κληρονομικό αίτιο.

Τι είναι ο καρκίνος του εντέρου; Σε τι οφείλεται;

Είναι μια κακοήθης νεοπλασία εντοπιζόμενη στο παχύ έντερο, δηλαδή στο τελικό τμήμα του γαστρεντερικού σωλήνα. Αναπτύσσεται με μια διαδικασία που διαρκεί πάνω από 10 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας συμβαίνουν διαδοχικές βλάβες σε γονίδια και όταν δεν επιδιορθώνονται, διαταράσσουν την υπάρχουσα φυσιολογική ισορροπία στο παχύ έντερο, μεταξύ των νέων κυττάρων που δημιουργούνται και των παλαιών που καταστρέφονται, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία πολυπόδων. Οι πολύποδες είναι καλοήθεις νεοπλασίες, οι οποίοι μπορεί να αυξηθούν σε μέγεθος και σε ένα ποσοστό αυτών να εμφανιστεί καρκίνος.

Σε ένα μικρό ποσοστό, περίπου 5%, ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι κληρονομικός και οφείλεται σε ελαττωματικά γονίδια που μεταφέρονται από τους γονείς στα παιδιά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εκτός από τον καρκίνο του παχέος εντέρου, εμφανίζονται και καρκίνοι σε άλλα όργανα.

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου

  • Η εμφάνιση του καρκίνου του παχέος εντέρου έχει συσχετιστεί με κληρονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι:
  • Η ηλικία: Τα άτομα άνω των 55 ετών έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν τη συγκεκριμένη μορφή καρκίνου.
  • Οι διατροφικές συνήθειες: Η τακτική κατανάλωση κόκκινου κρέατος και επεξεργασμένων τροφών, καθώς και η πτωχή σε φυτικές ίνες δίαιτα, σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο.
  • Η παχυσαρκία: Ο καρκίνος του παχέος εντέρου, όπως και άλλοι καρκίνοι, είναι πιο συχνός σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα.
  • Η έλλειψη άσκησης και η καθιστική ζωή: Η τακτική άσκηση έχει βρεθεί ότι μειώνει τις πιθανότητες εμφάνισης διαφόρων τύπων καρκίνου, μεταξύ των οποίων και του παχέος εντέρου.
  • Οι "κακές συνήθειες": Το κάπνισμα και η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου.
  • Το οικογενειακό ιστορικό: Η ύπαρξη ενός συγγενή πρώτου βαθμού (μητέρα ή πατέρας, αδέρφια)με καρκίνο του παχέος εντέρου διπλασιάζει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου. Ο κίνδυνος γίνεται μεγαλύτερος αν υπάρχουν από δύο και πάνω συγγενείς πρώτου ή δεύτερου βαθμού και ειδικότερα αν ο καρκίνος εμφανίστηκε σε ηλικία μικρότερη των 50 ετών.

Εμφάνιση καρκίνου παχέος εντέρου σε νεότερους ανθρώπους

Τις τελευταίες δεκαετίες στις ΗΠΑ και σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης παρατηρείται αύξηση της συχνότητας του καρκίνου του παχέος εντέρου σε ηλικίες μικρότερες των 50 ετών. Αντιθέτως, στις μεγαλύτερες ηλικίες παρατηρείται ελάττωση των ποσοστών εμφάνισης του καρκίνου και των θανάτων των οφειλόμενων σε αυτόν, ως αποτέλεσμα των πολιτικών πρόληψης που εφαρμόζονται τις τελευταίες δεκαετίες.

Έχει παρατηρηθεί ότι στα άτομα που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1960 και μετά, ο καρκίνος του παχέος εντέρου εμφανίζεται σε μεγαλύτερη συχνότητα σε ηλικίες κάτω των 50 ετών. Το φαινόμενο αυτό αποδίδεται σε διάφορους παράγοντες που επιδρούν στη ζωή μας από τη γέννηση (φυσιολογικός τοκετός ή καισαρική), στην παιδική ηλικία (θηλασμός, χρήση αντιβιοτικών), στην εφηβική ηλικία ή στην ενήλικη ζωή (καθιστική ζωή, παχυσαρκία, σακχαρώδης διαβήτης, διατροφικές συνήθειες). Στις νεότερες ηλικίες ο καρκίνος του παχέος εντέρου εμφανίζεται πιο συχνά με συμπτώματα και σε πιο προχωρημένο στάδιο.

Τα πιθανά συμπτώματα του καρκίνου του εντέρου

Ο καρκίνος του εντέρου μπορεί να μην παρουσιάσει συμπτώματα στο αρχικό ή και σε πιο προχωρημένο στάδιο. Επίσης, κάποια από τα συμπτώματα μπορεί να είναι κοινά με εκείνα καλοήθων καταστάσεων, όπως αιμορροΐδες ή σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Σε κάθε περίπτωση, εάν παρατηρήσουμε κάποιο καινούργιο σύμπτωμα που επιμένει, είναι σημαντικό να το συζητήσουμε με τον γιατρό μας, τον μόνο αρμόδιο να προσφέρει υπεύθυνες και έγκυρες συμβουλές.

Στα πιθανά συμπτώματα συμπεριλαμβάνονται τα παρακάτω:

  • Αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου, όπως στον αριθμό των κενώσεων, στη συχνότητα ή στη σύσταση των κοπράνων που διαρκεί πολλές ημέρες. Δυσκοιλιότητα που επιμένει και επιδεινώνεται.
  • Αίσθηση πληρότητας του εντέρου ακόμη και μετά την κένωση (αίσθημα ατελούς κένωσης).
  • Αίμα κατά την κένωση, συνήθως ανάμεσα στα κόπρανα.
  • Κράμπες και πόνος χαμηλά στην κοιλιά.
  • Αδυναμία και αίσθημα κόπωσης, απώλεια βάρους χωρίς προφανή αιτία.
  • Αναιμία.
  • Ο ειλεός είναι μια οξεία κατάσταση που εμφανίζεται με αδυναμία αποβολής αερίων και κοπράνων και οφείλεται σε απόφραξη του εντέρου από τον όγκο.

Οι θεραπευτικές επιλογές

Οι εξελίξεις, τόσο στις μεθόδους έγκαιρης πρόληψης, όσο και στις θεραπείες, έχουν κάνει σήμερα τον καρκίνο μία νόσο που μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία. Όπως ισχύει για όλους σχεδόν τους καρκίνους, η θεραπεία πρώτης επιλογής είναι η χειρουργική. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν μεταστάσεις σε απομακρυσμένα όργανα, αφαιρείται χειρουργικά ο καρκίνος με τμήμα του παχέος εντέρου και με τους γύρω λεμφαδένες. Το τμήμα του εντέρου που θα αφαιρεθεί (αριστερό, δεξιό) εξαρτάται από την εντόπιση του όγκου.

Στις περιπτώσεις ύπαρξης μεταστάσεων, η χειρουργική επέμβαση ενδείκνυται στις περιπτώσεις απόφραξης του εντέρου από τον όγκο και στις περιπτώσεις αιμορραγίας από τον όγκο. Επίσης, αναλόγως με τον αριθμό και το μέγεθος των μεταστάσεων, η χειρουργική θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει και την αφαίρεση των μεταστάσεων.

Εφόσον δεν υπάρχουν μεταστάσεις, μετά τη χειρουργική επέμβαση, αναλόγως με το στάδιο του όγκου που προκύπτει από την ιστολογική εξέταση, μπορεί να χορηγηθεί χημειοθεραπεία για προληπτικούς λόγους (επικουρική χημειοθεραπεία). Ακτινοθεραπεία με χημειοθεραπεία εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που ο καρκίνος εντοπίζεται στο κατώτερο τμήμα του παχέος εντέρου, σε μικρή απόσταση από τον πρωκτό.

Στις περιπτώσεις που υπάρχουν μεταστάσεις, χορηγείται χημειοθεραπεία για να καθυστερήσει την πρόοδο του καρκίνου καταστρέφοντας τα καρκινικά κύτταρα. Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν νεότερα φάρμακα, τα οποία εμποδίζουν τον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων, αναστέλλοντας την παραπέρα ανάπτυξη του όγκου (στοχευτικοί παράγοντες). Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις χορηγείται η ανοσοθεραπεία με φάρμακα που κινητοποιούν το ανοσολογικό σύστημα του ασθενή για την καρκινικών κυττάρων. Οι διάφοροι συνδυασμοί των φαρμακευτικών θεραπειών έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της επιβίωσης των ασθενών με μεταστατικό καρκίνο παχέος εντέρου.

Υπάρχει πρόληψη για τον καρκίνο του εντέρου;

Γνωρίζουμε ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο καρκίνος του παχέος εντέρου αναπτύσσεται μέσω μιας διαδικασίας που διαρκεί πολλά χρόνια και προηγείται η εμφάνιση πολυπόδων. Ελέγχοντας στο γενικό πληθυσμό άτομα χωρίς συμπτώματα, μπορούμε να προλάβουμε την εμφάνιση του καρκίνου, είτε βρίσκοντας και αφαιρώντας πολύποδες από το παχύ έντερο, είτε βρίσκοντας τον καρκίνο σε αρχικό στάδιο, τότε που είναι θεραπεύσιμος.

Οι κυριότεροι τρόποι πρόληψης είναι: 1) η κολονοσκόπηση και 2) ο έλεγχος των κοπράνων για αίμα.

Κολονοσκόπηση: Ο έλεγχος των ατόμων, που δεν εμφανίζουν συμπτώματα, με ενδοσκόπηση του παχέος εντέρου, έχει ως στόχο την ανακάλυψη και την αφαίρεση των πολυπόδων, έτσι ώστε να διακοπεί η διαδικασία της εξέλιξης σε καρκίνο. Επίσης, με αυτήν την εξέταση μπορεί να βρεθεί ο καρκίνος στα αρχικά στάδια (καρκινικά κύτταρα στην επιφάνεια του πολύποδα ή καρκίνος που δεν έχει περάσει το τοίχωμα του εντέρου) και με την αφαίρεσή του να πετύχουμε οριστική θεραπεία. Για την κολονοσκόπηση χρειάζεται να προηγηθεί δίαιτα και καθαρισμός του εντέρου και η εξέταση γίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις με καταστολή (μέθη). Η αφαίρεση των πολυπόδων είναι μια ανώδυνη διαδικασία.

Εξέταση κοπράνων: Η εξέταση των κοπράνων βασίζεται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι πολύποδες, πριν μετατραπούν σε καρκίνο (προχωρημένοι πολύποδες) ή αφού έχουν εμφανίσει καρκινικά κύτταρα, αιμορραγούν (μικρές αιμορραγίες που δεν γίνονται αντιληπτές στην κένωση). Η κλασική εξέταση κοπράνων για αίμα έχει εγκαταλειφθεί, καθώς τα αποτελέσματά της δεν είναι αξιόπιστα. Τα τελευταία χρόνια συστήνεται και εφαρμόζεται ο ανοσοϊστοχημικός έλεγχος των κοπράνων για αιμοσφαιρίνη που ανιχνεύει ελάχιστες ποσότητες αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα με προέλευση το παχύ έντερο (δοκιμασία FIT). Η μέθοδος είναι πολύ εύκολη στην εφαρμογή της, χωρίς να χρειαστεί προηγουμένως ειδική δίαιτα. Γίνεται από το ίδιο το άτομο στο σπίτι του, τοποθετώντας μικρή ποσότητα κοπράνων σε ειδική πλακέτα. Στις περιπτώσεις που υπάρχει αίμα, αλλάζει το χρώμα ενός δείκτη στην πλακέτα, το αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται θετικό και το άτομο πρέπει να υποβληθεί σε κολονοσκόπηση. Η εξέταση αυτή χρησιμοποιείται στα οργανωμένα προγράμματα πρόληψης του καρκίνου του παχέος εντέρου, είναι περισσότερο αποδεκτή, εφαρμόζεται πιο εύκολα από τον πληθυσμό που ελέγχεται και δίνει προτεραιότητα για έλεγχο με κολονοσκόπηση στα άτομα με τη μεγαλύτερη ανάγκη.

Ποιες είναι οι επίσημες οδηγίες για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου;

Τόσο οι ευρωπαϊκές, όσο και οι αμερικανικές επιστημονικές εταιρείες συστήνουν προληπτικό έλεγχο των ατόμων χωρίς συμπτώματα, ηλικίας από 50 έως 75 ετών. Ο έλεγχος γίνεται, είτε με κολονοσκόπηση, είτε με εξέταση κοπράνων (FIT). Τα τελευταία χρόνια, λόγω της συχνότερης εμφάνισης του καρκίνου σε νεότερες ηλικίες, προτείνεται ο έλεγχος να αρχίζει από την ηλικία των 45 ετών. Η κολονοσκόπηση πρέπει να επαναλαμβάνεται κάθε 10 χρόνια και η εξέταση κοπράνων κάθε χρόνο. Στα άτομα με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του παχέος εντέρου (ένας συγγενής πρώτου βαθμού που εμφάνισε καρκίνο σε ηλικία μικρότερη των 60 ετών ή περισσότεροι από δύο συγγενείς δεύτερου βαθμού που εμφάνισαν καρκίνο σε οποιαδήποτε ηλικία), ο έλεγχος συστήνεται να αρχίζει από τα 40 έτη και να επαναλαμβάνεται ανά 5 έτη. Για τις ηλικίες από 75 έως 85 έτη, ο έλεγχος γίνεται αφού ληφθεί υπόψη η γενική κατάσταση του ατόμου και οι άλλες ασθένειες που συνυπάρχουν.

Συμπερασματικά:

  • Ο καρκίνος του παχέος εντέρου στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να προληφθεί.
  • Όλα τα άτομα πρέπει να υποβάλλονται σε προληπτικό έλεγχο μετά από μια ηλικία.
  • Η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής, η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε φυτικές ίνες και πτωχών σε λίπος, η διακοπή του καπνίσματος, η αποχή από το αλκοόλ, η άσκηση, η απώλεια βάρους μπορούν να ελαττώσουν τον κίνδυνο.
  • Σε περίπτωση που παρουσιαστούν συμπτώματα, επιβάλλεται η επίσκεψη σε γαστρεντερολόγο.